Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Στον πυρετό του έρωτα.

Το σφυροκόπημα στους κροτάφους μαρτυρούσε την ένταση που διακατείχε όλη την έκταση του κορμιού μου . Κι όσο το μυαλό στέναζε από την εικόνα της που είχε στριμωχτεί για τα καλά στις αυλακιές του εγκεφάλου μου ,άλλο τόσο οι κρόταφοι έμοιαζαν έτοιμοι να εξέλθουν του κρανίου. Με μια νωχελική κίνηση απλώθηκα σε όλο τον καναπέ ώστε να δώσω στον εαυτό μου λίγο χώρο να αποβάλει μέρος της έντασης.
Κάρφωσα τα μάτια στο ταβάνι που λες και κατέβαινε σαν ασανσέρ, έτοιμο να με συνθλίψει. Και πάνω του σαν ταπετσαρία η μορφή της να με καρφώνει κατάματα, επιτείνοντας την κάψα που έλουζε τα σωθικά μου. Έγειρα το κεφάλι προς τη μια μεριά και γύρισα το κορμί σε εμβρυακή στάση , προσπαθώντας να βρω το σημείο της ανακούφισης. Μάταια. Το αίμα λες και κυλούσε με δαιμονισμένη ταχύτητα στις φλέβες και στις δύο πλευρές του κεφαλιού. Τα μηνίγγια στέναζαν .Τα μάτια της κύλησαν στον απέναντι τοίχο , εκεί να μου θυμίζουν τις στιγμές που ξόδεψα μαζί της. Τα χέρια μου κόλλησαν εκατέρωθεν του κεφαλιού και το έσφιξαν με δύναμη θα’λεγες σε μια προσπάθεια να σταματήσουν τη ροή του αίματος. Νομίζω πως λίγο ακόμη να τα άφηνα εκεί θα έπαιρναν εκείνο το ροδοκόκκινο χρώμα που έχει το δύσμοιρο αρνί λίγο πριν καταλήξει στο Πασχαλινό τραπέζι. Τα τράβηξα απότομα γλιτώνοντάς τα από την ταλαιπωρία , με το δεξί να έρχεται και να κάθεται ακριβώς πάνω από το ύψος της καρδιάς. Η επόμενη στιγμή το βρήκε να χοροπηδάει στους ρυθμούς της , όπως τότε στα πάρτι που χτυπιόμασταν υπό τους ήχους των Dead Kennedys . Τα μάτια της αντικαταστάθηκαν από δυο χείλη που εξείχαν από το σημείο δίπλα στον τοίχο , εκεί που ενόνονταν το χωλ με το σαλόνι. ‘Ηταν τόσο σαρκώδη , έτοιμα να με καταπιούν την επόμενη στιγμή . Κι όσο πλησίαζαν , άλλο τόσο η κάψα με ταλαιπωρούσε. Ανασηκώθηκα και ακούμπησα το κεφάλι στην πλάτη του καναπέ σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποδιώξω το κακό που με βρήκε. Ταυτόχρονα έκλεισα τα μάτια ώστε να μην έχω καμία οπτική επαφή με το αντικείμενο του πόθου. Μην λογαριάζοντας προφανώς τις εικόνες που έρχονται ακόμη και στο σκοτάδι. Ήταν εκεί , μέσα στο ελαφρύ λευκό φόρεμά της , τόσο εκνευριστικά όμορφη και με μια ολοκληρωτική αυτοπεποίθηση που σε σμπαράλιαζε στην κυριολεξία. Ούτε το σκοτάδι μπορούσε να με σώσει . Καιγόμουν . Τα πάντα γύρω μου είχαν πάρει ένα κιτρινοκόκκινο χρώμα. Παραδόθηκα στον πύρινό της χείμαρρο. Το εξοντωτικό τίναγμα του χεριού στον αέρα προσπαθούσε να κατεβάσει τον υδράργυρο που έχει γαντζωθεί στο 38,6 . Άφησα πίσω μου τη θαλπωρή του καναπέ , προσπέρασα με χαρακτηριστική ταχύτητα τον διάδρομο που με έφερνε φάτσα με τα ντουλάπια της κουζίνας και άγγιξα το κουτί με τα ντεπόν. Πριν καλά -καλά αφρίσει μέσα στο νερό , κύλησε στα τοιχώματα του στομαχιού μου. Η επόμενη στιγμή με βρήκε να προσπαθώ να βολευτώ στον καναπέ , ρίχνοντας πάνω μου εκείνο το πάπλωμα που είχε ξεμείνει εκεί ακόμη και σκέπαξε εκείνη , τις μέρες που ξοδεύαμε μαζί . Σήκωσα το κεφάλι και κοίταξα το ταβάνι. Δεν υπήρχε παρά μόνο το άσπρο που το σκέπαζε. Κανένα εμφανές σημάδι της. Το σφυροκόπημα στο κεφάλι έμοιαζε να υποχωρεί. Για να σιγουρευτώ έριξα μια τελευταία ματιά αναζήτησης των χειλιών της στο σημείο λίγο πριν το σαλόνι. Το μόνο που χαλούσε την λευκή αρμονία ήταν ένα μαύρο αποτύπωμα από τα τις γόβες της , για να θυμίζει τον καυγά της μιας βραδιάς. Έβαλα την παλάμη στο μέτωπο . Ήταν εμφανής η υποχώρηση της θερμοκρασίας . Έγειρα το κεφάλι στο πλάι και σχημάτισα μια τελευταία σκέψη πριν αφεθώ στην αγκαλιά του Μορφέα. Τελικά δεν καιγόμουν για εκείνη , πυρετό είχα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: