Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Ήταν τόσο ξεκάθαρο.

Τίναξε τη σκόνη από τα λιγωμένα βλέφαρα ,απόρροια της παρατεταμένης απραξίας των επτά ημερών. Άφησε τα δάκτυλα να καλπάσουν μονάχα τους πάνω στα βαριεστημένα πλήκτρα , ενώ εκείνος σκούπιζε τις αυλακιές του εγκεφάλου που στέναζαν κάτω από τις βαρύγδουπες σκέψεις τόσων στιγμών επιλεκτικής απομόνωσης. Κι όσο οι λυγισμένοι δείκτες των χεριών του ,ψηλάφιζαν γράμματα κολλημένα σε μαύρα , λιπαρά κουμπιά , τόσο το νήμα της σκέψης ξετυλίγονταν και κύκλωνε τις παγωμένες επιφάνειες του λευκού τοίχου.
Και ο χρόνος γύριζε πίσω σε μέρες γεμάτες αποφασιστικότητα , που τάχα θα γεννούσαν μια νέα αρχή, μακριά από αγχωτικά αποφθέγματα και πομπώδη τσιτάτα. Και οι μέρες νότισαν τις αυλακιές της αποχής , κύλησαν σαν το ποτάμι που του έχει απομείνει ελάχιστο νερό , να σέρνεται νωχελικά μα και ανυπόμονα προς την λυτρωτική θάλασσα. Κι όσο τα αστραφτερά φύλλα του ημερολογίου έκαναν τούμπες γύρω από τους μεταλλικούς κρίκους που τα συγκρατούσαν , τόσο οι αμφιβολίες θρέφονταν . Και μεγάλωναν. Κι ήταν εκεί , όταν το τελευταίο φύλλο ολοκλήρωσε την τούμπα και έκλεισε με μια πανώρια έξοδο τον κύκλο των εφτά ημερών . Όλα ήρθαν πάλι στα ίσια τους. Και οι μεγαλεπήβολες σκέψεις για ολοκληρωτικές φυγές αποδείχτηκαν σαθρές , σκορπίστηκαν στους τέσσερις θυμωμένους τοίχους . Απέλασαν όποια πιθανότητα υπήρχε για να περάσουν πέρα από τη θάλασσα . Έριξε ένα πηχτό βλέμμα στις άκρες των δακτύλων και οι φλόγες που ξεπήδησαν από μέσα τους , χάρισαν στο δωμάτιο μια δόση από το καυτό , αναθεματισμένο αύριο . Μέσα στον κυκεώνα των αναθυμιάσεων μπορούσε πια να οσμιστεί εκείνες τις ξεχασμένες από το χρόνο , ηθικές υποχρεώσεις που κάθε βράδυ του κάναν βίζιτα στα όνειρά του. Φούσκωσε τα πνευμόνια τόσο που γέμισε ολόκληρος με αγάπη . Για κάποιον . Για κάποια . Ένιωθε να τεντώνει κάθε πτυχή του δέρματός του , τόσο που θαρρείς πως θα πάθαινε συναισθηματική υπερχείλιση . Τόσο συναίσθημα μα πάλι κάτι τον ενοχλούσε . Σήκωσε τα δάκτυλα από τα ταλαιπωρημένα πλήκτρα και αποτραβήχτηκε στο μόνο μέρος που έμαθε να δραπετεύει . Το βλέμμα του έξυσε για χιλιοστή φορά - αν και ήταν βέβαιος πως υπήρξαν απείρως περισσότερες- το φωτεινό περίγραμμα του φεγγαριού. Άφησε την αχνή ακτίνα να διαπεράσει τις κόρες των ματιών του και να βυθιστεί στα σπλάχνα του , πραγματοποιώντας μια άτυπη αποδελτίωση συναισθημάτων. Κι όσο εκείνη κατέγραφε και ταξινομούσε , τόσο η ενόχληση του έμοιαζε να μικραίνει . Κι όσο η ακτίνα αποχαιρετούσε τα εσώψυχά του και χανόταν στο βαθύ σκοτάδι , τόσο εκείνος ένιωθε να βρίσκει την πηγή της αινιγματικής ενόχλησης που ταλάνιζε τη σκέψη του . Ήταν τόσο ξεκάθαρο και προφανές μα όλον αυτόν τον καιρό δεν το έβλεπε . Παρ'όλο που ήταν ακριβώς μπροστά του. Έμαθε να'' αγαπάει'' τους άλλους , μα ξέχασε να αγαπήσει τον ίδιο του τον εαυτό...

Δεν υπάρχουν σχόλια: